Παναγιώτης Ήφαιστος
Είναι αποκαρδιωτικό και απογοητευτικό να ακούς τι λένε οι καρεκλοκένταυροι της Αθήνας και της Λευκωσίας. Οι δήθεν «ηγέτες». Πως είναι δυνατό, διερωτάται κανείς εύλογα, να επέλθει μια τέτοια συμφορά πάνω σε ένα τέτοιο έθνος. Τιτάνιοι και επιτυχείς αγώνες εθνικής ανεξαρτησίας και να προκύπτει εξαρτημένο κράτος και πολιτική ηγεσία που με ψήλου πήδημα λικνίζεται ή υποτάσσεται σε ξένους.
Πως είναι δυνατό να συμβεί κάτι τέτοιο σε ένα έθνος που διαθέτει ένα ωκεανό πολιτικών παραδόσεων μέσα στις οποίες και μόνο να κολυμπήσεις είσαι πλούσιος, δυνατός και αήττητος! Αντιστρέφοντας την γνωστή ρήση του Πλάτωνα λέμε ότι οι Έλληνες δεν έχουν την ηγεσία που τους αξίζει. Βασικά καμιάς κοινωνία δεν της αξίζει τέτοια ηγεσία.
Δεν διαπραγματεύονται τα συμφέροντα της Ελλάδας ακόμη και υπό ευνοϊκές συθήκες, υποκλίνονται γονυπετείς μπροστά στους ξένους τεχνοκράτες, καλοπιάνουν ή ακόμη και ευχαριστούν τους ξένους και τον κατακτητή κάθε είδους και αποδέχονται ότι τους ζητήσουν οι εχθροί. Στην συνέχεια προσέρχονται στον λαό τους για να εκλογικεύσουν την ήττα ή ακόμη και για να χρυσώσουν το χάπι του θανάτου εκστομίζοντας τα επιχειρήματα των … αντιπάλων. Φαίνεται να νοιάζονται μόνο για την καρέκλα της εξουσίας, έστω και εάν αυτή η εξουσία θα τους καταστήσει αξιοθρήνητους εάν όχι κατάπτυστους εγχώριους πραιτοριανούς ξένων συμφερόντων.
Ο Πρόεδρος της ΚΔ, λοιπόν, αντί τα μαχαίρια να τα ανεμίζει κατά των θανάσιμων εχθρών του Ελληνισμού τα μπήγει πάνω στο δικό μας στήθος. Ο κύριος Αναστασιάδης –να θυμίσουμε ότι ασυγχώρητα υπήρξε φανατικός θιασώτης του φασιστικού σχεδίου Αναν– δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται πως ελέω κομματικών παρωπίδων εκλέχθηκε για να διακυβερνά και όχι για να αποφασίσει για την ζωή και τον θάνατο του κράτους.
Τέτοιο δικαίωμα δεν έχει ούτε αυτός ούτε κανείς άλλος. Βασικά κανείς δεν έχει δικαίωμα να αποφασίσει να θανατώσει ένα κράτος. Δεν έχει αυτό το δικαίωμα ακόμη και η ίδια η κοινωνία του κράτους εάν για παράδειγμα εξαναγκαστεί να «ψηφίσει» κάτι τέτοιο (όπως παρ’ ολίγο να γίνει το 2004 όταν οι «ηγέτες» ψήφισαν τον θάνατο και οι πολίτες την συνέχιση της ζωής).
Το κράτος είναι θεσμός αθάνατος και αυτό αποτελεί θέσφατο του σύγχρονου διεθνούς συστήματος. Είναι περίεργο και αξιοθρήνητο το γεγονός πως δεν το ξέρουν οι «ηγέτες» «μας». Για όλες τις κοινωνίες το κράτος είναι θεσμός ελευθερίας, είναι η προϋπόθεση ύπαρξης δημοκρατίας και πολιτικής ελευθερίας και είναι η αναγκαία συνθήκη ασφάλειας και ευημερίας.
Το κράτος ως θεσμός ελευθερίας μιας κοινωνίας ανά πάσα στιγμή είναι ένα συμβόλαιο επί θεσφάτων και εσχάτων των ζώντων με τους πεθαμένους προγόνους μας και με τις μελλοντικές γενιές. Αποτελεί έσχατη κατάντια για μια κοινωνία όταν ο ίδιος ο επικεφαλής ενός κράτους ή οι υφιστάμενοί του επικαλούνται διάφορες ψευτό-αναγκαιότητες και βουλήσεις ξένων για να δρομολογήσουν ανακοινωθέντα και συμφωνίες που θα οδηγήσουν στον θάνατο του κράτους και στην εξαφάνιση της κοινωνίας.
Στο παρελθόν προϋποθέσεις ανάληψης πρωτοβουλιών εξόδου από το τέλμα του 1974 υπήρξαν αρκετές, πλην δεν είναι του παρόντος να επεκταθούμε. Αρκεί να πούμε ότι αποτελεί παράκρουση εάν λεχθεί πως στην παρούσα φάση υπάρχει περίπτωση να δεχθούν μια βιώσιμη λύση όσοι επιβουλεύονται τα συμφέροντα της Κύπρου και της Ελλάδας.
Μια μη βιώσιμη λύση, εξάλλου, ποτέ δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή. Έτσι λειτουργούν τα σοβαρά κράτη και οι βιώσιμες κοινωνίες. Όλα τα υπόλοιπα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις και συνταγές θανάτου. Να μην πω ότι μέσα στην δίνη των αυτό-δικαιολογήσεων των συνδρόμων ενοχής παρελθόντων πολιτικών εγκλημάτων μπορεί να πάθουμε και κανένα θανάσιμο ατύχημα που, κατά βάθος, λογικά, ούτε οι ίδιοι οι δράστες θα ήθελαν.
Όσον αφορά τον ΟΗΕ είναι δύσκολο να εξηγήσεις σε ανθρώπους που δεν θέλουν να καταλάβουν ότι οι διεθνείς θεσμοί είναι εξαρτημένη μεταβλητή των κρατών. Ο ΓΓ κατά κάποιο τρόπο είναι εντολοδόχος της Κύπρου όχι εντολέας. Αρμοδιότητά του δεν είναι να παραβιάζει τις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου υπηρετώντας άνομα υπόγεια συμφέροντα και όταν έτσι στέκεται όλα τα κράτη μικρά και μεγάλα έχουν δικαίωμα ηθικό, πολιτικό και νομικό να τον αποπέμψουν. Αυτό μετά το 1945 είναι καθημερινή πρακτική.
Όταν μολαταύτα εξωθούμενος από συμφέροντα έτσι στέκεται τον καλείς στην τάξη. Οι προτάσεις του είναι εισηγήσεις και όχι υποχρεωτικές ντιρεκτίβες, ιδιαίτερα όταν αφορούν ένα κυρίαρχο κράτος μέλος που υπήρξε θύτης παράνομης επίθεσης και ότι αυτό λένε και οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Για να είμαστε ακριβείς, το ΣΑ σπάνια αποφασίζει για την «διεθνή ειρήνη και ασφάλεια» και αυτό συμβαίνει μόνο όταν συμφωνούν οι μεγάλες δυνάμεις που είναι μόνιμα μέλη. Στην περίπτωση της Κύπρου α) θύμα είναι η ΚΔ και θύτης η Τουρκία, β) το ΣΑ αποφάσισε αποκατάσταση της διεθνούς τάξης, γ) η ακόμη πιο σημαντικήαπόφαση του 1983 θεωρεί παράνομα τα τετελεσμένα της άσκησης βίας πάνω στα οποία κτίζοντας η Άγκυρα «ανακήρυξε» το ψευδοκράτος των κατεχομένων.
Μόνο μια βιώσιμη λύση είναι αποδεκτή απόλυτα συμβατή με την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα. Όταν οι εντολοδόχοι υπάλληλοι του ΟΗΕ εκτρέπονται με θέσεις ή προτάσεις που αντιβαίνουν στις Υψηλές Αρχές του Διεθνούς Δικαίου, τους αποπέμπεις με πολλά κοσμητικά όπως πολλοί και συχνά κάνουν. Το διεθνές κανονιστικό σύστημα είναι εξόχως πολιτικό. Μόνο μια αυτοκτονική άποψη λέει το αντίθετο. Μάλιστα πολιτικό με τρόπο και σε πλαίσιο το οποίο εάν συγκριθεί με το ενδοκρατικό κανονιστικό σύστημα στερείται νομικής συνοχής. Πολλές ερμηνείες πολλών διατάξεων είναι θολές και επιδεχόμενες πλήθος διαφορετικών ερμηνειών.
Αυτό είναι πολύ λογικό αλλά και προσδιοριστικό για τους λόγους που τα κράτη και ιδιαίτερατα αδύναμα προσκολλώνται στις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου. Πέραν του ότι τα κράτη μέλη του διεθνούς συστήματος είναι ανεξάρτητα είναι επίσης και διαφορετικά, ετερογενή και ανομοιογενή, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον προσδιορισμό κανόνων που να είναι αποδεκτοί ως δίκαιοι από όλους και που μπορούν να διαχειριστούν εξειδικευμένα ζητήματα και ειδικές περιπτώσεις.
Επειδή το διεθνές δίκαιο είναι ρυθμίσεις των σχέσεων μεταξύ των ανεξαρτήτων μελών της διεθνούς κοινωνίας (κρατών), κυρίως Συνθήκες και Συμβάσεις, ισχύει ότι οι Υψηλές Αρχές του Διεθνούς Δικαίου φυσιολογικά και λογικά αποτελούν το θέσφατο και έσχατο κριτήριο.
Οι Υψηλές Αρχές επιτάσσουν να ισχύει η διακρατική ισοτιμία, η μη επέμβαση και η ειρηνική επίλυση των διαφορών (Κεφάλαιο Ι του Χάρτη του ΟΗΕ). Στο τελευταίο ασφαλώς δεν συμπεριλαμβάνεται η νομιμοποίηση των παράνομων τετελεσμένων της βίας υπό τον μανδύα της αρχής περί ειρηνικής επίλυσης. Η ειρηνική επίλυση πρέπει να είναι συμβατή με την διεθνή νομιμότητα και τις αρχές της δημοκρατίας διαφορετικά απορρίπτεται μέχρι νεοτέρας. Αυτό κάνουν όλα τα βιώσιμα κράτη.
Όταν λοιπόν μιλάς για τους διεθνείς θεσμούς και το διεθνές δίκαιο επικαλείσαι αυτά που σε ευνοούν και που στην περίπτωση της Κύπρου είναι σχεδόν τα πάντα. Δεν επικαλείσαι, σε κάθε περίπτωση, αυτό που σε αποδυναμώνει και βλάπτει και οπωσδήποτε δεν φέρνεις στα χείλη σου εκείνες τις δήθεν «νομικές» πτυχές που ενώ κατά βάση δεν υφίστανται, τις επικαλούνται μόνο οι αντίπαλοί σου κάνοντας την τρίχα τριχιά.
Αναφέρομαι στην νομικοπολιτικά διαστρεμμένη «πολιτική ισότητα» και την εκτρωματική «διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία». Δεν θα σταθώ στο εξόφθαλμο γεγονός ότι οι Έλληνες ποτέ δεν θα πρέπει να αποδεχθούν την κατάργηση της ΚΔ και την δημιουργία ενός εκτρωματικού κράτους εσωτερικά εθνικά-ρατσιστικά διαιρεμένο του οποίου οι πολίτες θα καλούνται να παίρνουν αποφάσεις ομόφωνα σε εθνική-ρατσιστική βάση. Μόνο πολιτικοί μαζοχιστές θα εγκλωβίζονταν αυτόβουλα μέσα σε μια τέτοια κόλαση.
Τώρα, μια λέξη για την πολιτική ισότητα και τα λοιπά. Εκτός του ότι, από άποψη κρατικής συγκρότησης, παραπέμπει σε ακατανόητα και φαντασιόπληκτα πράγματα, δεν υφίστανται ως «δεσμεύσεις». Αποτελούσαν μια δική μας βλακώδη αποδοχή σε κάθε επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων, αντί να αρχίζουμε από την αρχή (διεθνής νομιμότητα και αποφάσεις του ΣΑ) να συζητάμε (πάντα σε μια αυστηρά πολιτική διαδικασία) κάπου στην μέση από εκεί που διακόπηκαν οι προηγούμενες «διαπραγματεύσεις» (με το πιστόλι της εισβολής στον δικό μας κρόταφο – τι «ωραία»!).
Σε μελέτη που έκανα πριν από πολλά χρόνια με συνάδελφό μου καταδείξαμε ότι οι μεταγενέστερες αποφάσεις του ΣΑ απλά προσαρμόζονταν στην δική μας ανόητη και άσκοπη πολιτική υποχωρητικότητα. Όμως, α) είναι πολιτικού χαρακτήρα και μπορούν να ανακληθούν αφού ο αντίπαλος δεν συμβιβάστηκε, β) πιο σημαντικό, αντίβαιναν ούτως ή άλλως στις αρχές της δημοκρατίας και κάθε αρχή της διεθνούς νομιμότητας, γ) είναι άνευ περιεχομένου εξ ου και επί δεκαετίες δεν οδήγησαν σε κάποια λύση, δ) τις υπερφαλαγγίζουν (αυτές τις βλακώδεις, άγονες και άσκοπες πολιτικές υποχωρήσεις) οι Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου και οι άλλες αποφάσεις του ΣΑ που αφορούν την διεθνή νομιμότητα και τα τετελεσμένα της βίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι Έλληνες ποτέ δεν πρέπει να δεχθούν ένα κράτος που θα διαιωνίζει και θα μονιμοποιεί το έγκλημα πολέμου του εποικισμού, ή τις παρωχημένες και παράνομες εγγυήσεις. Πολύ περισσότερο που θα προβλέπει παραμονή ξένων στρατευμάτων που αντιβαίνει στην εθνική ανεξαρτησία που αποτελεί θέσφατο του ΟΗΕ και άξονα των Υψηλών Αρχών του διεθνούς δικαίου και του εν γένει καθεστώτος διεθνούς πολιτικής.
Αποτελεί πολιτικοδιπλωματικό μαζοχισμό και αυτιστική-αυτοκτονική στάση εάν κανείς επικαλείται τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας που μας βλάπτουν (και που για πολιτικούς και νομικούς λόγους δεν υφίστανται ή υπερισχύουν από τις αποφάσεις που στηρίζονται στις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου) και να παραγνωρίζει τις αποφάσεις που θεωρούν την εισβολή και κατοχή παράνομη καλώντας να τερματιστεί. Είναι κατεπείγον οι Έλληνες της Κύπρου να αφυπνιστούν. Μιλώντας σήμερα για την Κύπρο, ακριβώς, είναι κάτι περισσότερο από ολοφάνερο και πασίδηλο τα εξής. Στρατηγική θέλετε κύριε Πρόεδρε Αναστασιάδη, ιδού οι προσανατολισμοί και οι άξονες:
- Ποτέ δεν πρέπει να δεχθούμε μια μη βιώσιμη λύση που αντιβαίνει στις αρχές της Δημοκρατίας, της Ανεξαρτησίας και της διεθνούς νομιμότητας, εν γένει.
- Αποσύρονται άμεσα όλες οι «πολιτικές υποχωρήσεις» που κάναμε σε διαπραγματευτικό πολιτικό πλαίσιο και που έγιναν με την προϋπόθεση ότι οι τούρκοι θα συμμορφώνονταν με μια βιώσιμη λύση. Οι υποχωρήσεις αυτές ούτως ή άλλως δεν οδηγούν σε «λύση» αλλά σε τουρκική επικυριαρχία και βάθεμα της διένεξης με τρόπο που θα θέσει σε κίνδυνο την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια (γιατί δεν επικαλούμαστε αυτό το εξόχως ορθό νομικοπολιτικό επιχείρημα).
- Εμμένουμε μέχρι νεοτέρας (βασικά για πάντα) σε λύση συμβατή με την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα. [πλήρης και ακλόνητη περιγραφή:http://www.ifestosedu.gr/32RuleofLaw.htm – αποτελεί πολιτικό έγκλημα το γεγονός ότι δεν αποτελεί σημαία των διαπραγματευτικών μας θέσεων]
- Εμμένομε ακλόνητα στον αθάνατο χαρακτήρα κάθε κράτους και της κυριαρχίας του, προσκολλόμαστε ανένδοτα στις Υψηλές Αρχές της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας (και όχι μοιρολατρικά-αυτιστικά όπως ο πρόεδρος προχθές να επικαλούμαστε την απάθειακάποιων μελών της ΕΕ αντί να διεκδικήσουμε τα πάντα ως ισότιμο μέλος)
- Παρά την οικονομική κρίση αναπτύσσουμε εθνική στρατηγική επιβίωσηςσυμπεριλαμβανομένων συμμαχιών. Συνετά, ψύχραιμα, με αυτοπεποίθηση και κυρίως με γνώση του γεγονότος πως τίποτα δεν πιέζει να αυτοκτονήσουμε σήμερα από φόβο μήπως και αρρωστήσουμε στο μέλλον. Για τις αρρώστιες υπάρχουν θεραπείες για ένα αυτοκτονικό θάνατο του κράτους μας, όμως, καμία.
- Τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να γραφτεί, δεν δεχόμαστε τίποτα που θα είναι χειρότερο από την υπάρχουσα κατάσταση μετά το 1974.
- Α) Χειρότερο είναι μια κόλαση ενός βιώσιμου κράτους μέσα στο οποίο οι έλληνες θα εγκλωβιστούν σε πορεία αργού θανάτου. Β) Χειρότερη είναι η κρατική αυτοκτονία.
- Επαναλαμβάνουμε: Για κάθε κοινωνία το κράτος είναι ο θεσμός ελευθερίας και η προϋπόθεση δημοκρατίας και πολιτικής ελευθερίας.
Πηγή- Βήμα Σαρωνικού.